Για «Το άγαλμα που κρύωνε» του Χρήστου Μπουλώτη
25 χρόνια στις Εκδόσεις Πατάκη. Λατρεμένο.
…Πάνω απ’ το Αιγαίο πέταξε, στην πέρα, την αντιπέρα ακτή. Και πριν καλά καλά ροδίσει πάλι η αυγή, ήταν πάλι πίσω κρατώντας στο ράμφος του ένα κοχύλι άσπρο απ’ τις ακρογιαλιές της Τροίας. Κι ένα πουκάμισο μενεξεδί κρατούσε.
– Πώς να σ’ ευχαριστήσω, γαλάζιο πουλί; Ένα κοχύλι απ’ την πατρίδα μου! Ένα κοχύλι!…
Χρήστος Μπουλώτης, «Το άγαλμα που κρύωνε»
Ολοταχώς έρχεται η άνοιξη κι ας βαστάει ακόμα ο Μάρτης λίγα κρύα. Έχει τη ζέστα που χρειάζεται ν’ ανθίσει στεριά και θάλασσα, και τη δροσιά να μη μαραθούν τα μπουμπούκια, μα να δίνουν και να δίνουν πρασινίζοντας την Ελλάδα, πρασινίζοντας και την αντίπερα όχθη. Κοκκινίζουν οι φράουλες, οι κερασιές ανθισμένες, τα καρπούζια κοιμούνται ακόμα στα μποστάνια, μα με τον μαγικό τρόπο που τα γράφει ο Χρήστος Μπουλώτης είναι έτοιμα να σκορπίσουν το κρυστάλλινό τους κόκκινο, αν το θελήσει το προσφυγάκι μας.
Το καλοκαίρι έρχεται και κάπου εκεί, στο Εθνικό Μουσείο, στην αίθουσα με το ωραίο φως, στέκεται το προσφυγάκι. Και θαρρώ πως από τότε που μας φανέρωσε ο Χρήστος Μπουλώτης την ιστορία του δεν κρυώνει πια, τουλάχιστον δεν κρυώνει τόσο όσο κρύωνε, κρατά πιο τρυφερά το σκυλάκι, δε σφίγγει τόσο πολύ την κουκούλα και τη μικρή του κάπα.
Το προσφυγάκι από τη Νύσσα της Μικράς Ασίας που ήρθε κι αυτό άρον άρον στην Ελλάδα με τη μικρασιατική καταστροφή. Με το γραπτό του Χρήστου το πρωτογνώρισα. Τόσες φορές στο Εθνικό Μουσείο και ποτέ δεν είχα σταθεί. Διακριτικά, στη θεσούλα του περίμενε τα δώρα απ’ το γαλάζιο πουλί. Πού να ήξερα… Και σαν έμαθα, το πλησίαζα σιωπηρά, μην το τρομάξω. Ακούς την ανάσα του αν πας κοντά. Μόνο φρόντισε να είσαι μόνος, κι άλλος κανείς στην αίθουσα. Και να του κουβεντιάζεις λόγια της καρδιάς. Όλα από μέσα σου, σιωπηρά. Κι εκείνο θα σου απαντήσει από τον ίδιο δρόμο, τον μέσα δρόμο της καρδιάς. Και να είναι Μάρτης.
Και το γαλάζιο πουλί δώσ’ του και φέρνει στ’ αγοράκι τα μαρμάρινα κοχύλια από τους δυνατούς νοτιάδες που κουβαλούν τις βροχές. Τόσο δυνατοί, που στέλνουν τα κοχύλια από απέναντι και όχι μόνο αυτά. Του φέρνει κερασάκια λίγο άγουρα που κοκκινίζουν μόλις φτάνουν στο Μουσείο, τα πρώτα μούσμουλα, λαχταριστές κατακόκκινες τις φράουλες. Του ξετυλίγει τη σημαία εδώ από το σπιτικό μας που μοσχοβολάει γαζία και λουλουδάκια νεραντζιάς. Και ρωτάει ξανά και ξανά κελαηδιστά: «Μικρό αγόρι, αγοράκι, τι πεθυμάει η καρδούλα σου;».
Τι πεθυμάει το προσφυγάκι; Τι άλλο απ’ την πατρίδα του, τη χαμένη του πατρίδα. Και τη ζωγραφίζει μαζί με τον γιο του νυχτοφύλακα, τον Λάμπη, και λάμπει ο τόπος απ’ τις ζωγραφιές τους.
Ευγνωμοσύνη, δώρο μεγάλο να μου ανατεθούν οι εικόνες του βιβλίου. Εύχομαι να το αγκαλιάσουν πολλές γενιές ακόμα.
Λεζάντα φωτογραφιών:
Από την προσωπική συλλογή της δημιουργού, θραύσματα που ξέβρασε η θάλασσα και αποτέλεσαν έμπνευση για την εικονογράφηση του βιβλίου. Ίσως όπως τα δώρα που έφερνε στο αγόρι το γαλάζιο πουλί από την απέναντι όχθη...
Η Φωτεινή Στεφανίδη γεννήθηκε στην Αθήνα το 1962. Την πρώτη επαφή με την τέχνη την είχε κοντά στον πατέρα της, τον ζωγράφο Γιάννη Στεφανίδη. Σπουδές ξεκίνησε σε ηλικία δεκαέξι ετών, αρχικά σχέδιο, στη συνέχεια ζωγραφική και φρέσκο στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας με δασκάλους τους Γιάννη Μόραλη, Δημήτρη Μυταρά και Κωνσταντίνο Ξυνόπουλο. Παράλληλα ασχολήθηκε με την χαρακτική και τον σχεδιασμό βιβλίου καθώς και με επιμέλειες εκδόσεων στο σύνολό τους, πρόσφατα και με τη φωτογραφία.
Από το 1988 έχει πραγματοποιήσει είκοσι ατομικές εκθέσεις ζωγραφικής, χαρακτικής και εικονογράφησης στην Ελλάδα, Βέλγιο και Γερμανία και έχει πάρει μέρος σε πολλές ομαδικές και διεθνείς εκθέσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Από τις συμμετοχές της στις διεθνείς διοργανώσεις εικονογράφησης και ex-libris, ξεχωριζουν αυτές της Μπολόνια, της Τεχεράνης, της Μπρατισλάβα, του Τόκιο, του Βελιγραδίου, του Παρισιού, της Φρανκφούρτης, του Σεντ Νίκλαας, του Κινγκντάο, του Πεκίνου.
Μέχρι σήμερα έχουν εκδοθεί στην Ελλάδα και το εξωτερικό σχεδόν εκατό βιβλία για παιδιά και ενήλικες με εικονογραφήσεις της πάνω σε κείμενα σύγχρονων συγγραφέων όπως ο Χρήστος Μπουλώτης, η Άλκη Ζέη, η Φωτεινή Φραγκούλη, ο Παναγιώτης Κουσαθανάς, η Ζωή Βαλάση, η Λίλη Λαμπρέλλη, η Ιφιγένεια Μαστρογιάννη, η Ελένη Σαραντίτη. Έχει ερμηνεύσει εικαστικά ποίηση της Σαπφώς, της Κασσιανής και του Λόρκα και λογοτεχνία του Παπαδιαμάντη και του Άνιννου. Το 2010 εικονογράφησε την τετράτομη μυθολογία με τις αφηγήσεις του τραγουδοποιού μας Διονύση Σαββόπουλου. Εννέα από τα βιβλία που έχει εικονογραφήσει είναι συλλεκτικές, χειροποίητες εκδόσεις ενώ σε εφτά έχει γράψει και τα κείμενα.
Έχει αποσπάσει εικοσιδύο ελληνικές ή και διεθνείς διακρίσεις στο χώρο της εικονογράφησης και του ex-libris. Σαν σημαντικότερες αναφέρονται τα Κρατικά βραβεία του 2003, του 2007 και του 2010, τα βραβεία του ελληνικού τμήματος της ΙΒΒΥ για το 1995, 2005 και 2011, τα βραβεία εικονογραφημένου βιβλίου του 2006, 2008, 2011, 2012 του περιοδικού "Διαβάζω", η Golden Pen και η Plaquette της Διεθνούς Μπιενάλε Βελιγραδίου 2005, 2009 και 2013, η ΒΙΒ Plaque Μπρατισλάβας 2001, το βραβείο και ο έπαινος ΕΒΓΕ 2007 και 2013, και οι εκπροσωπήσεις της χώρας μας στους διεθνείς διαγωνισμούς Hans Christian Andersen 2004, Astrid Lindgren 2008 και BNF (Εθνικής Βιβλιοθήκης Γαλλίας) 2009.