Κατηγορίες

Ένας άνθρωπος δεν είναι μόνο ένας άνθρωπος

Ένας άνθρωπος δεν είναι μόνο ένας άνθρωπος

Διαβάζοντας το μυθιστόρημα της Ελένης Κατσαμά «Γορίλλας στο φεγγάρι»

Γράφει ο Γιώργος Κ. Παναγιωτάκης 

Όταν ήμουν παιδί, αρνιόμουν κατηγορηματικά ότι είχα μυωπία, με αποτέλεσμα ο κόσμος γύρω μου να μοιάζει πάντα θολός, ασαφής και πολύσημος. Μια φορά είχα σταθεί για ώρα αμήχανος μπροστά σ’ έναν τεράστιο μαύρο σκύλο που με κοιτούσε βαριανασαίνοντας, ώσπου στην πρώτη ριπή του ανέμου παρασύρθηκε μακριά, αποδεικνύοντας πως οι σκύλοι, όμοια με τις αδειανές σακούλες των σκουπιδιών, μπορούν να πετάξουν. Κάτι ανάλογο ζει η Μαρία Παλμήρα, η κεντρική ηρωίδα του μυθιστορήματος της Ελένης Κατσαμά «Γορίλλας στο φεγγάρι» – και αυτός είναι ίσως ένας από τους λόγους για τους οποίους το αγαπώ.

Η Μαρία ζει σ’ ένα χωριό περικυκλωμένο από κίτρινα στάχια που την ξεπερνούν σε ύψος και «μύριζαν παλιό χαρτί, μύριζαν σαν τα φρεσκοσιδερωμένα πουκάμισα της Ιωάννας Παλμήρα και μάνας μου, στο σπίτι όπου έμενα, όταν δεν τριγύριζα από εδώ και από εκεί». Ο πατέρας της είναι άφαντος και η Ιωάννα Παλμήρα (και μάνα της) αρνείται να της δώσει εξηγήσεις για την απουσία του. Αναγκαστικά, λοιπόν, τις αναζητά αλλού: Στην Τζουν, την τίγρη που την κοιτά μέσα από το κάδρο της στον τοίχο. Στα «λαγινάκια», τη συλλογή της με τα μικροσκοπικά αγγεία που έχει βρει σκορπισμένα στο λιβάδι. Στο βιβλίο της το φτιαγμένο από σκισμένες σελίδες άλλων βιβλίων, όπου «η Αλίκη πεθαίνει αντί για την Μπεθ στις Μικρές κυρίες και πιο κάτω ζωντανεύει και ερωτεύεται τον Πιπ στις Μεγάλες προσδοκίες». Στην ανασκαφή που γίνεται στις παρυφές του χωριού. Στο καφενείο Μαρτινίκη όπου συχνάζει κάθε καρυδιάς καρύδι, αλλά και μια μυστηριώδης γυναίκα με ψεύτικα πουλιά στο καπέλο. Στα «νυχτέρια αγάπης» που διοργανώνονται στο σπίτι των αδερφών Σαλτιμπάγκη, όπου πακετάρονται και στέλνονται σε φυλακές και κάθε λογής ιδρύματα διάφορα, άχρηστα κυρίως, αντικείμενα, μαζί με μικρά μηνύματα γραμμένα από τη Μαρία.

Εννοείται ότι οι εξηγήσεις αυτές είναι κάθε άλλο παρά σαφείς και αδιαπραγμάτευτες. Όμως, καθώς η Μαρία έχει μυωπία και για χρόνια δε φορούσε γυαλιά, γνωρίζει καλά μια μεγάλη αλήθεια: «Πως οι άνθρωποι και τα πράγματα και όσα χωράνε μέσα στις καρδιές των ανθρώπων και των πραγμάτων κρύβουν περισσότερες από μία αλήθειες. Πως δηλαδή ένας άνθρωπος δεν είναι μόνο ένας άνθρωπος και σίγουρα δεν είναι μόνο αυτό που φαίνεται να είναι».

Οι φράσεις αυτές, τοποθετημένες στο δεύτερο κιόλας κεφάλαιο του βιβλίου, είναι νομίζω το κλειδί ώστε εμείς οι αναγνώστες να κατανοήσουμε όσα συμβαίνουν παρακάτω. Και συμβαίνουν πολλά. Ένας πρώην κρατούμενος, ευεργετημένος από τα νυχτέρια αγάπης, έρχεται στο χωριό και αναζητά τη Μαρία. Ένα αρχαιολογικό εύρημα αμύθητης αξίας εμφανίζεται και χάνεται ξανά. Η συλλογή της Μαρίας εξαφανίζεται και αυτή. Και επίσης κάνουν την εμφάνισή τους ζώα, άγρια ζώα, που με κάποιον τρόπο έχουν καταφέρει να δραπετεύσουν από τον ζωολογικό κήπο και εν μέσω καύσωνα και λειψυδρίας έχουν κατακλύσει το σκληρά βασανιζόμενο χωριό.

Δεν είναι πάντα εύκολο να βρεις τον δρόμο σου ως αναγνώστης μέσα στον καταιγισμό των γεγονότων και των παράταιρων στοιχείων που πετάγονται ξαφνικά μπροστά σου, σαν να προσπαθούν να σε αποπροσανατολίσουν. Είναι όμως μια μοναδική εμπειρία όταν αποφασίζεις να το κάνεις, καθώς εκτός των άλλων ανταμείβεσαι με ένα πλήθος από απολαυστικές σκηνές και σουρεαλιστικές εικόνες. Σιγά σιγά δε, αναδύονται και τα μεγάλα θέματα του βιβλίου, εκείνα που κρύβονται επιμελώς πίσω από το παραπέτασμα των φαινομενικά παράλογων συμβάντων. Αναδύεται δηλαδή η προσπάθεια της Μαρίας να πλησιάσει στο πρόσωπο του πατέρα της, μα και σε όσα εκείνος –ένας χαρισματικός κατασκευαστής κουρδιστών παιχνιδιών– πρεσβεύει. Η προσπάθειά της να διεκδικήσει θέση και ρόλο μέσα σε αυτόν τον κόσμο που κρύβει περισσότερες από μια αλήθειες και ονομάζεται ζωή. Και βέβαια η γεμάτη εμπόδια, ακυρώσεις και κινδύνους πορεία της προς την ενηλικίωση. Μια ενηλικίωση που, στην περίπτωση της Μαρίας μα και των υπόλοιπων ηρώων της Ελένης Κατσαμά –και ίσως και των νεαρών αναγνωστών που αγαπούν τη γραφή της–, θα έρθει με τους καλύτερους δυνατούς όρους: Με τη μαγική αύρα του παιδικού εαυτού να παραμένει ζωντανή και έτοιμη να φουσκώσει τα πανιά όταν χρειαστεί.    

 
Όταν ο Γιώργος Κ. Παναγιωτάκης ήταν μικρός, έλεγε ότι θα γίνει εξερευνητής ή συγγραφέας. Όταν όμως μεγάλωσε, εργάστηκε στον κινηματογράφο και στην τηλεόραση. Δούλεψε ως συντάκτης σε περιοδικά και ιστοσελίδες και έγραψε σενάρια για ταινίες και βιντεοπαιχνίδια. Τελικά έγινε και συγγραφέας. Του αρέσουν οι ιστορίες με καλό τέλος, αλλά παραδέχεται ότι και οι υπόλοιπες μπορεί να έχουν τη χάρη τους. Έχει γράψει τα βιβλία Το μυστικό της Άτυχης Πέστροφας ή η Βίβλος της Αμφιβολίας, Η θαυμαστή περιπέτεια του Φραντζολάκη, Μικρόκοσμος, Αλάστρα – Το βιβλίο των δύο κόσμων, Ο Ισιντόρ και το φεγγάρι και τις σειρές «Αταξίες στην Τάξη» και «Λέσχη Αλλόκοτων Πλασμάτων». Έχει τιμηθεί δύο φορές με το βραβείο του περιοδικού Ο Αναγνώστης και με τη διάκριση White Ravens της Διεθνούς Βιβλιοθήκης Νεότητας του Μονάχου. Τιμήθηκε ακόμη με το Κρατικό Βραβείο για το Όταν ήρθαν για εμένα, το 2ο βιβλίο της «Λέσχης Αλλόκοτων Πλασμάτων» και με το βραβείο του Κύκλου του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου – Ελληνικού Τμήματος της IBBY για το βιβλίο Ο Ισιντόρ και το φεγγάρι. 

 

Προηγούμενο
Επόμενο


Page generated: 21/11/2024 11:05:56