Κατηγορίες

ΑΥΣΤΗΡΩΣ ΑΚΑΤΑΛΛΗΛΟ ΓΙΑ ΕΝΗΛΙΚΟΥΣ (σκέψεις για τον Τρύπωνα, τον φαφαγάλο)

ΑΥΣΤΗΡΩΣ ΑΚΑΤΑΛΛΗΛΟ ΓΙΑ ΕΝΗΛΙΚΟΥΣ (σκέψεις για τον Τρύπωνα, τον φαφαγάλο)

Γράφει ο Φίλιππος Μανδηλαράς 

Δύσκολη υπόθεση το χιούμορ κι ακόμα πιο δύσκολη όταν το απευθύνεις σε ηλικιακή ομάδα στην οποία δεν ανήκεις, που σημαίνει ότι χρειάζεται να μελετήσεις πολύ καλά τους κώδικές της για να το πετύχεις. Στην περίπτωση του Τρύπωνα, όμως, της σειράς της Άννας Κωσταλλά με ήρωα τον συμπαθή παπαγάλο, συναντάμε μια επιπλέον δυσκολία: τη διατήρηση του επίπεδου του χιούμορ από το ένα βιβλίο στο άλλο (η σειρά του Τρύπωνα μετράει πέντε τίτλους σε διάστημα 20 ετών, αν δεν κάνω λάθος) γιατί, όπως όλοι μας γνωρίζουμε πολύ καλά, ένα αστείο μπορεί πολύ εύκολα να ξεπέσει ή να ξεπεραστεί και να γίνει κακόγουστο. Ή μήπως δεν ισχύει αυτό όταν το αστείο απευθύνεται σε μικρά παιδιά; Ιδού η απορία!

Όπως και να ’χει, η Κωσταλλά ασχολείται με ένα είδος εξαιρετικά δύσκολο που απουσιάζει από την ελληνική βιβλιοπαραγωγή για τις ηλικίες στις οποίες απευθύνεται (πρώτες τάξεις του δημοτικού), καθώς τα περισσότερα χιουμοριστικά βιβλία που συναντάμε απευθύνονται είτε σε νήπια (πρωταγωνιστεί εδώ η αχαλίνωτη και συνειρμική, τις περισσότερες φορές, φαντασία του μεγάλου Ευγένιου Τριβιζά, η οποία εντάσσεται στην κατηγορία του καθαρού λεκτικού χιούμορ) είτε σε παιδιά των τελευταίων τάξεων του δημοτικού, όπου το χιούμορ αποκτά κατά κύριο λόγο αναφορικό χαρακτήρα, καθώς οι αναγνώστες διαθέτουν πλέον τα εργαλεία για να αναφερθούν σε πρόσωπα και καταστάσεις της πραγματικότητας. Στην κατηγορία αυτή ξεχωρίζουμε τον Σπύρο Γιαννακόπουλο με τη σειρά του «Άγης και Χάρης», η οποία απευθύνεται στο ηλικιακό κοινό το οποίο μόλις «αποφοιτά» από τη σειρά του «Τρύπωνα».

Προσοχή σε μία σημαντική λεπτομέρεια: τα καλά βιβλία της πρώτης κατηγορίας (για τα νήπια), οι ενήλικοι τα θαυμάζουν για την ευρηματικότητά τους και το κέφι τους. Από απόσταση, βέβαια, σαν εξωτικά τοπία ή σαν υπερπολύτιμα κοσμήματα.

Τα καλά βιβλία της τρίτης κατηγορίας (για τα μεγάλα παιδιά), οι ενήλικοι τα διαβάζουν ευχάριστα όπως διάβαζαν παλαιότερα οι γονείς μας νουβέλες του Ψαθά ή του Τσιφόρου. Και γελάνε.

Τα βιβλία της κατηγορίας του Τρύπωνα, οι ενήλικοι, σε γενικές γραμμές, ΔΕΝ τα καταλαβαίνουν ακριβώς. Για να μην πω καθόλου. Γι αυτό και θα έπρεπε να διαθέτουν τη σήμανση «ΑΥΣΤΗΡΑ ΑΚΑΤΑΛΛΗΛΟ ΓΙΑ ΕΝΗΛΙΚΟΥΣ», ώστε να ’χουν, στο κάτω κάτω, και τα παιδιά κάτι αποκλειστικά δικό τους…

Και εξηγούμαι:

Γράφει κάπου ο Πιραντέλλο (στην «Αισθητική του χιούμορ», αν δεν κάνω λάθος) πως είναι πολύ δύσκολο να διατυπώσει κανείς έναν ορισμό του χιούμορ γιατί είναι αμέτρητες οι εκφάνσεις του και τα χαρακτηριστικά του.

Παρ’ όλα αυτά, θα τολμήσω να διαχωρίσω εδώ το λεκτικό χιούμορ από το αναφορικό και ερευνώντας κάτω από αυτό το πρίσμα τον τελευταίο (και καλύτερο, κατά τη γνώμη μου) τόμο του Τρύπωνα, «Καλιόφηηη! Το φερίφτερο του φεριφτερά φετάειειει», σε συνδυασμό πάντα με όλους τους προηγούμενους (για την ιστορία: «Τρύπωνας ο φαφαγάλος», «Φαιδιά! Εφιστρέπω! Χριστούγεννα με τον Τρύπωνα τον Φαφαγάλο», «Εγώ στην απαίρεση είμαι ο φρώτος!», «Ο Κέρβερος τρώει φολλούς κεπτέδες»), να τι βρήκα:

Καμία περίπτωση αναφορικού χιούμορ (εκτός από τις περιπτώσεις αναφορών σε προηγούμενα επεισόδια της ζωής του Τρύπωνα).

Λεκτικό χιούμορ με έμφαση στην εσφαλμένη εκφορά λέξεων που γίνεται συστηματικά από τον παπαγάλο και διαρκής χρήση της υπερβολής, της επανάληψης, της παρατακτικής λογικής, των λογοπαιγνίων και του παράδοξου (το οποίο αποδέχονται οι ενήλικες ήρωες του μυθιστορήματος σαν φυσιολογικό).

Όλα αυτά μαζί, λοιπόν, δημιουργούν ένα εκρηκτικό περιβάλλον, στο οποίο η αφηγήτρια Αλεξάνδρα και ο αδελφός της Μάριος μπορούν διαρκώς να «κυλιούνται κάτω», να «χτυπιούνται», να «κλαίνε», να «δακρύζουν», να «σκάνε» από τα γέλια δίχως κανείς να τους κατηγορεί για υπερβολή ή για τυποποίηση (εκτός αν είναι ενήλικος, γιατί άντε να καταλάβει ο ενήλικος την ανάγκη που έχει ένα παιδί της ηλικίας των ηρώων και των αναγνωστών για τέτοιες συμπεριφορές), ο Τρύπωνας μπορεί να επαναλαμβάνει στους αιώνες των αιώνων το αστείο με το π και το φ (φαφαγάλος/ κεπτές, απαίρεση/ φρώτος) κι ο αναγνώστης, μαζί με τον Μάριο και την Αλεξάνδρα, θα λύνεται πάντα στα γέλια (αλλά ο ενήλικος θα στραβώνει τα μούτρα του γιατί θα το θεωρεί οριακά κακόγουστο στην επανάληψή του), με τον ίδιο τρόπο που η Σάρα μπορεί να επαναλαμβάνει διαρκώς το αστείο με τον δυόσμο, η σχέση με του Τρύπωνα με την Καλλιόπη θα είναι πάντοτε οριακή, τα λογοπαίγνια θα επαναλαμβάνονται κι οι αναγνώστες θα τα περιμένουν σε κάθε σελίδα, όπως θα περιμένουν την παραβατική συμπεριφορά του Τρύπωνα, τις «αταξίες» που θα κάνει, τις απίθανες δικαιολογίες του, τη λιποθυμία της Καλλιόπης ή την πάντοτε άδικη έκρηξη της διευθύντριας του σχολείου. Ένα σωρό επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές, με άλλα λόγια.

Εντάξει, το έχετε καταλάβει νομίζω, ο Τρύπωνας είναι ένας μοντέρνος καλικάντζαρος, ένα τρολ, ένας αρχετυπικός trickster απατεωνάκος που έρχεται να διαταράξει την ησυχία, την ηρεμία και την ενήλικη ισορροπία που απεχθάνονται τα παιδιά. Και γι’ αυτό, λοιπόν, είναι ικανός να επιμένει σε όσα θεωρεί επουσιώδη ο ενήλικος αναγνώστης, τα οποία τυγχάνουν ζωτικής σημασίας για τον ανήλικο αναγνώστη (στις γκοφρέτες, για παράδειγμα) ή να αναδεικνύει ως ουσιώδη κάποια θέματα τα οποία ο ενήλικος νους –που δε διατίθεται να ανατρέξει στη δική του ηλικία των 6-9 ετών– δεν μπορεί καν να τα αντιληφθεί, καλλιεργώντας με αυτόν τον τρόπο ένα πολύ βολικό παράλογο κλίμα για τη συνέχεια της ιστορίας.

Κι εδώ βρίσκεται, κατά τη γνώμη μου, το πιο δύσκολο κομμάτι του κόσμου που έχει δημιουργήσει με τόση επιτυχία η Άννα Κωσταλλά (και αυτός είναι ο λόγος που τη χειροκροτώ και την επευφημώ φωνάζοντας «Φάμε γερά με τον φαφαγάλο τον πωνακλά!»). Γιατί καλές οι υπερβολές, οι επαναλήψεις πράξεων και λέξεων, η παρατακτική λογική και τα λογοπαίγνια, αλλά όταν όλα αυτά πρέπει να δέσουν σε μια ιστορία, δεν είναι καθόλου, μα καθόλου σίγουρο ότι θα πετύχει η συνταγή. Πολύ ριψοκίνδυνο.

Το συνδετικό υλικό της Κωσταλλά δεν είναι άλλο από το παράδοξο, σαν αποτέλεσμα της άρνησης της να εισαγάγει αναφορικό χιούμορ (κάτι το οποίο, όλοι, ανεξαιρέτως, οι Έλληνες συγγραφείς το κάνουμε και όλοι, ανεξαιρέτως, αποτυγχάνουμε θεαματικά όταν απευθυνόμαστε σε παιδιά που ακόμα ισορροπούν ανάμεσα στο φανταστικό των παραμυθιών και την πραγματικότητα). Και το παράδοξο αυτό οδηγεί την Κωσταλλά στη δημιουργία απρόσμενων αντιδράσεων των ενήλικων ηρώων της, οι οποίοι μπορούν να παρίστανται (δίχως να αναζητούν ερμηνείες και επιστημονικές εξηγήσεις, τονίζω, υπογραμμίζω, βροντοφωνάζω σε κάθε ξεχασμένο στην ηλικία του ενήλικο), μπορούν να παρίστανται, λέω, σε εξαφανίσεις περιπτέρων, σε προσγειώσεις των ίδιων περιπτέρων σε αυλές σπιτιών, σε εξωγήινες γαλοπούλες με πράσινο παπιγιόν και καπέλο που απευθύνουν μηνύματα στους γήινους και τους ηγέτες τους, σε… σε… σε…

Ακριβώς όπως μπορεί να συμβεί (και όλοι το αποδεχόμαστε) στα κινούμενα σχέδια, ε; ΑΚΡΙΒΩΣ! 

Είμαι πολύ χαρούμενος, λοιπόν, που τα παιδιά αγκαλιάζουν τις τόσο καλοκουρδισμένες στις ανάγκες της ηλικίας τους ιστορίες του Τρύπωνα. Και προτείνω να τα αφήσετε ήσυχα για να τις απολαύσουν μόνα τους. Είναι ιστορίες αυστηρά ακατάλληλες για ενήλικες και κινδυνεύουν να χάσουν τη γοητεία τους, αν τις ακουμπήσετε. Στο κάτω κάτω, αν θέλουν τα παιδιά, θα έρθουν μόνα τους να σας τις αφηγηθούν. Τι ανακατεύεστε εσείς; 

 
Φίλιππος Μανδηλαράς 
Ο Φίλιππος Μανδηλαράς γεννήθηκε στην Αθήνα το 1965. Ασχολείται με το παιδικό και εφηβικό βιβλίο από το 1997 ως συγγραφέας, μεταφραστής, επιμελητής και αναγνώστης. Έχει γράψει πολλά βιβλία για μικρά και μεγάλα παιδιά, ένα μυθιστόρημα φαντασίας («Νίκη ή αυτό που φαίνεται κι αυτό που είναι»), μία συλλογή διηγημάτων για νέους («Τα μπανανόψαρα») και τέσσερα μυθιστορήματα για εφήβους. Τα τρία από αυτά («Κάπου ν’ ανήκεις», «Ύαινες», «Ζωή σαν ασανσέρ») αποτελούν την «Τριλογία του δρόμου» (2010-2012), ενώ το τέταρτο («Υπέροχος κόσμος», 2016) αποτελεί μια πολυφωνική λογοτεχνική καταγραφή του σήμερα των εφήβων. Για το «Ζωή σαν ασανσέρ» έχει βραβευτεί με το Κρατικό Βραβείο Εφηβικού-Νεανικού Λογοτεχνικού Βιβλίου και για το «Υπέροχος κόσμος» με το βραβείο του περιοδικού «Ο Αναγνώστης».
Προηγούμενο
Επόμενο


Page generated: 02/10/2024 11:23:57