Όσο μεγαλύτερος είναι ο ορίζοντάς μας, τόσο πιο ελεύθεροι είμαστε*
*Η φράση προέρχεται από το «Ο χορός της ζωής» της Ζωρζ Σαρή.
Γράφει η Μαρία Παπαγιάννη
Πριν από 50 χρόνια περίπου η Ζωρζ Σαρή έγραφε τα βιβλία της σε μια Ελλάδα εντελώς διαφορετική. Μια Ελλάδα που είχε βγει από πόλεμο, από εμφύλιο και μετά από δικτατορία. Έγραφε για κείνη την Ελλάδα στην οποία είχε μεγαλώσει, είχε αγωνιστεί, είχε ματώσει και η ίδια. Μια Ελλάδα με ανοιχτές πληγές αλλά με ζωντανό το όνειρο ενός καλύτερου κόσμου. Είναι γνωστό πόσο ενέπνευσαν τα κείμενά της τα παιδιά της εποχής της κι εγώ είμαι μια απ’ αυτές. Εγώ δεν είχα βιβλίο με την υπογραφή της αλλά ο φίλος μου ο Κωστής είχε –του το είχε φέρει η νονά του από την Αθήνα– και μου το έδειχνε με περηφάνια: «Στον Κωστάκη με την ελπίδα να αλλάξει τον κόσμο μεγαλώνοντας». Κρατώντας και οι δυο τα βιβλία μας –το «Όταν ο ήλιος»–, εγώ το απλό κι εκείνος το πολύτιμο, δώσαμε υπόσχεση στην αγαπημένη μας συγγραφέα από τη Λάρισα που ζούσαμε πως ναι, εμείς θα αλλάξουμε τον κόσμο. Σήμερα, τόσα χρόνια μετά, σ’ έναν κόσμο που βουλιάζει, που συνεχίζει να γεννάει σκοτάδια και πληγές, σ’ έναν κόσμο που άλλαξε αλλά καθόλου δε μοιάζει με αυτόν που ονειρευόμασταν, αναρωτιέμαι πόσο μπορούν ακόμα τα βιβλία της να ενθαρρύνουν τα παιδιά, πόσο συμφωνούν οι σημερινοί αναγνώστες με τους φίλους της Ζωής στο « Όταν ο ήλιος», πόσο συμφωνούν πως «Άλλος δρόμος δεν υπάρχει, μονάχα ο δρόμος της ζωής. Αν σκύψεις το κεφάλι, είναι θάνατος».
Ο Στρατής Τσίρκας, φίλος της Ζωρζ Σαρή, αναρωτιέται στον πρόλογό του στο βιβλίο της «Όταν ο ήλιος»:
Πρέπει ένα παιδί, ας πούμε δώδεκα χρονώ, να διαβάζει βιβλία που καθρεφτίζουν τον κόσμο όπως πραγματικά είναι, με τις σκληρότητες και τις ασχήμιες του; Ξέρω πως τα χωράφια του ψυχολόγου-παιδαγωγού είναι γεμάτα νάρκες και πως ο ανίδεος πρέπει να πατάει με πολλή περίσκεψη. Αλλά μιλώ από τη σκοπιά του μυθιστοριογράφου, δηλαδή κάποιου που παρατηρεί τη γύρω του ζωή, επισημαίνει κι αξιοποιεί τις αλλαγές που φανερώνονται με τη ροή του καιρού... Γι' αυτό λέω: Ακόμη κι αν νομίζαμε σωστό ν' απομονώσουμε την παιδική ψυχή από τις βαναυσότητες της σύγχρονης ζωής, είναι η σύγχρονη ζωή με τις ανάγκες της, με τον ωμό ρεαλισμό της καταναλωτικής της κοινωνίας που μας εμποδίζει. Νύχτα και μέρα η παιδική ψυχή βομβαρδίζεται από την τηλεόραση, τον κινηματογράφο, το ραδιόφωνο, τις διαφημίσεις, τους τίτλους των εφημερίδων. Του μιλούν επίμονα, πειστικά για πράγματα και καταστάσεις που δεν μπορούν ν' αποσιωπηθούν στα βιβλία. Γιατί τότε το παιδί θ' αποσύρει την εμπιστοσύνη του από το λογοτεχνικό ανάγνωσμα κι εμείς θα χάσουμε την ευκαιρία να συντελέσουμε στην ψυχική του καλλιέργεια, που στάθηκε ανέκαθεν ο ανώτερος σκοπός της Τέχνης.
Στρατής Τσίρκας 1971
Και σήμερα; Το 2024; Πρέπει να λέμε στα παιδιά τα πάντα; Μπορούμε; Πρέπει να διαβάζουν βιβλία που καθρεφτίζουν τον κόσμο μας όπως πραγματικά είναι; Σήμερα, το 2024, όταν υπάρχουν τόσα παιδιά που δεν πρόλαβαν στη σύντομη ζωή τους να πιάσουν βιβλίο στα χέρια τους, να πιστέψουν πως, αν θέλουν, μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο. Κι από την άλλη, υπάρχουν παιδιά που μ’ ένα μικρό κλικ μπορούν να μάθουν μέσα από το διαδίκτυο όσα θέλουν, ακόμα κι αυτά στα οποία δε θα έπρεπε να έχουν πρόσβαση.
Τα βιβλία, το θέατρο, οι ταινίες και γενικά η τέχνη μάς βοηθάνε να καταλάβουμε ποιοι είμαστε, τι θέλουμε και γιατί. Κι όταν η μαγεία λειτουργήσει κι ένα βιβλίο μάς κερδίσει, μπορούμε να βλέπουμε μέσα από τα μάτια των ηρώων. Παίρνουμε από πίσω τους ήρωες, λοιπόν, και ταξιδεύουμε μαζί τους, προσπαθούμε να καταλάβουμε, μεγαλώνουμε, κάθε φορά κι ένα μικρό βήμα προς την ενηλικίωση, προσπαθούμε να ρίξουμε λίγο φως στα σκοτάδια μας, να απελευθερωθούμε από τις αλυσίδες, τους φόβους, τους εφιάλτες, όλα τα «μη» και τα «πρέπει», και να προχωρήσουμε ελεύθεροι.
Αυτό κάνει στα βιβλία της η Ζωρζ Σαρή μιλώντας για ήρωες ανθρώπινους με αδυναμίες, με φόβους, με διαψεύσεις, που όμως κάποια στιγμή τολμούν να σταθούν απέναντι στην ιστορία, τολμούν να σηκωθούν στις άκρες των δαχτύλων τους για να αγγίξουν τα αστέρια. Καταλαβαίνουν πως τα κάγκελα δε φυλακίζουν τον νου και την καρδιά, ακόμα κι όταν είσαι κλεισμένη σε μια φυλακή.
Η Σαρή έγραφε για να βοηθήσει τους γύρω της και για να βοηθήσει και τον εαυτό της να καταλάβει, να εμβαθύνει, να φτάσει στην πηγή της αλήθειας της ζωής. Έγραφε για να ξαναζήσει την ιστορία της ζωής της αλλά και για να μάθει στα παιδιά ιστορία, να τα οδηγήσει να αναζητήσουν μόνα τους την ιστορία. Χαρακτηριστικό το απόσπασμα στον επίλογο του βιβλίου «Οι νικητές»:
Μικρέ μου αναγνώστη, τούτη η αληθινή ιστορία δεν τελειώνει εδώ... Αν θέλεις να μάθεις τι έγινε το 1945, τι έγινε μετά το 1945, ψάξε να το βρεις και γράψε μόνος σου τη συνέχεια. Δεν έχει σημασία αν η Ζωή παντρεύτηκε τον Νίκο, αν γύρισε ο πατέρας της Ηλέκτρας, τόσοι και τόσοι δε γύρισαν ποτέ. Σημασία έχει να βρεις την αλήθεια της ιστορίας του τόπου σου, δηλαδή του κόσμου όλου.
Δεν είμαι δασκάλα και δεν μπορώ να σου τη διδάξω.
Είμαι η μικρή Ζωή, που θυμάται και που ύστερα από τόσα και τόσα χρόνια αγωνίζεται να νιώθει ελεύθερη, να ’ναι ελεύθερη.
Την ελευθερία κανένας δεν μπορεί να σου τη χαρίσει, την κατακτάς μόνος σου.
(«Οι νικητές», Εκδόσεις Πατάκη)
Σε κάθε της συνέντευξη, με κάθε αφορμή λέει πως τα βιβλία της όλα είναι αυτοβιογραφικά, πως δεν έχει φαντασία αλλά μήπως τα μάτια μας δεν είναι καθρέφτες, δεν είναι φακοί; Όπως λέει ο Μαγιακόβσκι, «Η τέχνη δεν πρέπει να αντανακλά σαν τον καθρέφτη, μα σαν φακός να μεγεθύνει». Κι αυτό το ξέρει και το κάνει πολύ καλά η Ζωρζ Σαρή. Τα μάτια της Ζωρζ, της μικρής Ζωής που μεγαλώνει, γίνονται καθρέφτες για όλους εμάς. Και είμαστε τυχεροί γιατί η Ζωρζ έχει δυο μεγάλα μάτια, δυο πανέμορφα μεγάλα μάτια και βλέπει για όλους μας. Μας παίρνει μαζί της πίσω από τις κλειστές γρίλιες και κοιτάμε τους δρόμους της Αθήνας να ερημώνουν, ακούμε τα αυτοκίνητα των Γερμανών και νιώθουμε την άσφαλτο να βουλιάζει, μοιράζουμε μαζί της προκηρύξεις, μαθαίνουμε πως και η αγάπη και ο αγώνας και η ζωή είναι τέχνη και θέλουν πολλή εξάσκηση. Κι αν η Ζωή στο «Όταν ο ήλιος» το ξέρουμε πως είναι η Ζωρζ, είναι σίγουρο πως δεν προσπάθησε να τη χαϊδέψει γιατί η Ζωή δεν είναι ο τέλειος χαρακτήρας. Ακατάστατη, επίμονη, λίγο ψώνιο με την εμφάνισή της, επιφανειακή συχνά, θέλει να ξεχωρίζει και όλα τα φώτα να πέφτουν επάνω της. Προσπαθεί προσφέροντας δώρα να κάνει φίλους και να τους εντυπωσιάσει με την οικογένειά της. Όμως είναι τολμηρή. Και η δύναμή της δεν έχει να κάνει μόνο με την συμμετοχή της στην αντίσταση, αλλά και με το γεγονός πως βλέπει τα λάθη της, τολμάει να αλλάξει. Κι αυτό βοηθάει θεωρώ ακόμα περισσότερο τον αναγνώστη να ταυτιστεί μαζί της. Γιατί μπορεί να μη φτιάχτηκε με τα καλύτερα υλικά, αλλά μπορεί πάντα να αλλάξει, να ενδιαφερθεί για το μέλλον του κόσμου, να προσφέρει, να γίνει ο καθένας ο ήρωας της δικής του ζωής. Κι ύστερα να φτάσει να πει «Είμαι είκοσι χρονών, μια κοπέλα σαν όλες τις κοπέλες, μια σταγόνα νερό μέσα στο μυριόχρωμο, πολύβουο, ορμητικό ποτάμι που κυλάει κάτω από τα πόδια μου και μαζί είμαι ολόκληρη η Ελλάδα».
Τα μυθιστορήματα της Ζωρζ Σαρή έχουν έντονο πολιτικό περιεχόμενο. Πολιτικοποιημένη η ίδια, ενταγμένη στον ευρύτερο χώρο της αριστεράς χωρίς να παίρνει κομματική θέση, κάνει τον αγώνα της. Δεν την ενδιαφέρει να κρατήσει ίσες αποστάσεις. Είμαστε οι επιλογές μας, μοιάζει να λέει. Με ποιους πορευτήκαμε, τι δώσαμε, τι κρύψαμε, ποιους αγαπήσαμε. Η συμμετοχή στους αγώνες είναι μονόδρομος.
Αλλά το έχει ήδη πει. Δεν είναι δασκάλα, δε θέλει να διδάξει αλλά θέλει να μεταλάβει στους μικρούς αναγνώστες κομμάτι από το δικό της θαύμα. Μιλώντας τους σε μια γλώσσα αληθινή, χωρίς πιστώσεις, χωρίς λογοκρισία, χωρίς διδακτισμό, τους γνωρίζει με τους απλούς ανθρώπινους ήρωές της που μεγαλώνουν και καταλαβαίνουν πως δεν μπορούν να σταθούν με σταυρωμένα χέρια μπροστά στην αδικία και τον πόνο των άλλων, που παλεύουν το σκοτάδι μέσα τους για να έχουν αύριο μερτικό στον ήλιο, όπως λέει με τους στίχους του Ελύτη ένας από τους ήρωές της στο «Όταν ο ήλιος».
Η ίδια έχει πει πολλές φορές ότι τότε έπρεπε να διαλέξουν τη ζωή, τη ζωή που θέλανε να ζήσουν κι όχι όποια να ’ναι.
Από δυστυχισμένοι γίναμε ευτυχισμένοι. Και αυτό γιατί διαλέξαμε τον δρόμο της ζωής και ας υπήρχε θάνατος μέσα. Θρηνούσαμε και χαιρόμασταν όλοι μαζί. Δε φοβόμασταν όμως. Υπήρχε ένας στόχος, η απελευθέρωση. [...] Με τους συντρόφους μου καταργούμε τον θάνατο, την πείνα, την παγωνιά και τον φόβο. Είμαι 20 χρονών και κυρίαρχος του κόσμου».
Είσαι κυρίαρχος του κόσμου, αυτό λέει στον μικρό αναγνώστη της. Πάρε τη ζωή στα χέρια σου. Αυτό λέει.
Και από το «Όταν ο ήλιος» και τη χαρά της νίκης στη διάψευση και πάλι στον αγώνα στο βιβλίο της «Οι νικητές». Πάλι ηρωίδα η Ζωή:
Πρώτα ακούστηκε ένας διαπεραστικός συριγμός και ύστερα σείστηκε η γη. Άνοιξε και ξερνούσε φωτιές. Η Ζωή έπεσε χάμω. Μπρος μπρος στα σκαλοπάτια, ανάκατα κορμιά. [...] Έκανε να σηκωθεί, όμως το πόδι της βαρύ, δεμένο σε πάσσαλο. Έβαλε τα κλάματα. «Ζωή, δεν ντρέπεσαι να κλαις; Δεν είναι τίποτε, κόπηκε το χέρι σου».
Λίγες μέρες μετά θα γράψει πάνω από το κρεβάτι του νοσοκομείου: «Εγώ θα ζήσω και με ένα χέρι και με ένα πόδι». Και αυτό μαρτυράει την τρομερή της θέλησή να ζήσει. Σ’ αυτό το πάθος και σ’ αυτό το επαναστατικό της πνεύμα βαφτίζει τις ασύμβατες ηρωίδες της που μπορεί να είναι μικρά αθώα κορίτσια, αλλά κάποια στιγμή υψώνουν το ανάστημά τους και διεκδικούν τη θέση τους στον ήλιο, στην ελευθερία, στον έρωτα, στη ζωή . Μ’ ένα χέρι και μ’ ένα πόδι. Ή, όπως λέει ο Οδυσσέας Ιωάννου στο τραγούδι του Θάνου Μικρούτσικου, αφιερωμένο στον Άλκη Αλκαίο, «Όσοι δεν τα παράτησαν στη μέση/ Με ένα μόνο πέταξαν φτερό/ Μισά κορμιά, τον κόσμο έχουν χωρέσει / Και με τα δάχτυλα μετρήσαν το νερό».
Ποιο είναι τελικά το μυστικό των βιβλίων της Ζωρζ Σαρή; Τι είναι αυτό που κάνει σήμερα, τόσα χρόνια μετά, τόσο τους μεγάλους όσο και τους μικρούς να τα διαβάζουν ευχάριστα; Πώς καταφέρνει να κερδίζει τα παιδιά; Μήπως γιατί ήταν από τους πρώτους συγγραφείς που τόλμησαν να τους μιλήσουν για σύγχρονα θέματα χωρίς να σκορπούν ξύλινα διδάγματα; Μήπως γιατί οι ήρωές της είναι τόσο αληθινοί σαν τους φίλους που παίζουμε τα καλοκαίρια; Μήπως γιατί μιλάει πάντα για παιδιά με προσωπικότητα, ενδιαφέροντα και κρίση; Μήπως γιατί, χωρίς να κουνάει διδακτικά το δάχτυλο μπροστά στο νεαρό αναγνώστη, του ανοίγει απλά την πόρτα για να δει πόσο μεγάλος είναι ο κόσμος, για να βγει και να ψάξει την αλήθεια; Γιατί θέλει να τους πει αυτό που συμβούλευε και η μαμά της ηρωίδας στον «Χορό της ζωής»: «Όσο μεγαλύτερος είναι ο ορίζοντάς μας, τόσο πιο ελεύθεροι είμαστε» («Ο χορός της ζωής», Εκδόσεις Πατάκη). Ή το άλλο που έλεγε η ολόιδια μαμά στο «Όταν ο ήλιος»: «Χαμογέλα, mon ami. Όχι τσιγκουνιές. Άνοιξε την πόρτα του σπιτιού σου και της καρδιάς σου. Να εμπιστεύεσαι τον άνθρωπο. Ο άνθρωπος είσαι εσύ».
Η Ζωρζ Σαρή έγραφε για να συνδεθεί με τους ανθρώπους, με λαχτάρα να κάνει μέσα από τις ιστορίες της καινούριους φίλους όπως με άλλο τρόπο προσπαθούσε και η ηρωίδα της η Ζωή στο «Όταν ο ήλιος».
Το δίχτυ της Ζωής ήταν σοφά πλεγμένο. Είχε κι άλλες κλωστές πολύ γερές. Άνοιγε τις χούφτες της και σκόρπιζε το παιδικό της βιος. Χάριζε τα βιβλία της, τα μολύβια της, τις πένες της, τις ζωγραφιές της, τα παιχνίδια της. Κρυφά από τους δικούς της χάρισε τον χρυσό σταυρό της, το δαχτυλιδάκι της, μια παλιά καρφίτσα της γιαγιάς. Έψαχνε στα συρτάρια, κάτι να βρει ακόμα, να το χαρίσει κι αυτό, να γίνει ένας παραπανίσιος κρίκος στην αλυσίδα που την έδενε με τους ανθρώπους.
(«Όταν ο ήλιος», Εκδόσεις Πατάκη)
Σκέφτομαι καμιά φορά γιατί γράφω εγώ και τότε μου αρέσει να σκέφτομαι τον στίχο του Τάσου Λειβαδίτη: «Γιατί οι άνθρωποι, σύντροφε, ζουν από τη στιγμή που βρίσκουν μια θέση στη ζωή των άλλων».
Και η Ζωρζ Σαρή σε όλο της το έργο αυτό κάνει. Γιατί οι ιστορίες είναι νήματα. Κι οι ιστορίες της κατάφεραν αυτό που επιθυμούσε από μικρό παιδί, να γίνουν κρίκοι που θα τη συνδέσουν με τους ανθρώπους. Κι εγώ, κι όλοι όσοι την αγαπήσαμε μέσα από τα κείμενα της, κι είμαστε πολλοί, μικροί και μεγάλοι, θα την ευγνωμονούμε πάντα για αυτό. Και είχε δίκιο ο Στρατής Τσίρκας που με τον τρόπο του μας έδειξε τον δρόμο: «Μη χάσουμε την ευκαιρία να συντελέσουμε στην ψυχική καλλιέργεια του παιδιού, που στάθηκε ανέκαθεν ο ανώτερος σκοπός της Τέχνης».
Δείτε και το άρθρο «Καλοκαίρι με τη Ζωρζ Σαρή» που αναρτήθηκε 9/6/2023 με αφορμή τα 100 χρόνια από τη γέννηση της Ζωρζ Σαρή.
Η Μαρία Παπαγιάννη είναι συγγραφέας, από τις πιο σηµαντικές σύγχρονες παρουσίες στην ελληνική παιδική και νεανική λογοτεχνία, υποψήφια για το Διεθνές Βραβείο H.C. Andersen 2022 και Πρέσβειρα για το Παιδικό Βιβλίο για τη διετία 2021-2022.